Σε ανάλυσή του («Ισχυρό εργαλείο για ΚΔ οι κυρώσεις ΕΕ», «Φιλελεύθερος», 3.1.2021), ο Yπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Ν. Χριστοδουλίδης, επιχειρεί «μιαν αντικειμενική αποτίμηση της πολιτικής και νομικής σημασίας του καθεστώτος κυρώσεων», που η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε κατά της Τουρκίας, στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (10-11/12/2020).
Όπως επισημαίνει, «αρχικός και υψηλός στόχος ήταν η υιοθέτηση ενός καθεστώτος Κυρώσεων», επειδή «βασική επιδίωξη και το κρίσιμο ζητούμενο εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, ελλείψει άλλων μέσων όπως για παράδειγμα η αποτρεπτική ισχύς, ήταν η ‘πολιτική και νομική καταδίκη’ των παράνομων τουρκικών ενεργειών στην Κυπριακή ΑΟΖ κατά τρόπο συλλογικό και αδιαμφισβήτητο».
Ο Ν. Χριστοδουλίδης υποστηρίζει πως οι κυρώσεις κατά της Τουρκίας, «στην περίπτωση της Κύπρου ελλείψει αποτρεπτικής ισχύος, διασφαλίζουν τα συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ενισχύουν τη διαπραγματευτική της ισχύ, τόσο στο τραπέζι των συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού όσο και σε ενδεχόμενη δικαστική διευθέτηση του θέματος με την Τουρκία». Καταλήγει ως εξής στην ανάλυσή του:
«Στην απουσία αποτρεπτικής ισχύος, η προσήλωση στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο με την αξιοποίηση όλων των μέσων που έχουμε στη διάθεσή μας, είναι η δική μας γραμμή άμυνας για να πετύχουμε και τον στόχο της επίλυσης του Κυπριακού στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου λύσης, της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Και στην παρούσα συγκυρία, ενδεχομένως όσο ποτέ άλλοτε, ο ρόλος και τα μέσα στην εργαλειοθήκη της ΕΕ παραμένουν καθοριστικής σημασίας τόσο για την επανέναρξη ουσιαστικών συνομιλιών όσο και για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα».
Ασφάλεια και συμφέροντα
Τρεις φορές, ο Κύπριος ΥπΕξ αναφέρεται στην απουσία και στην έλλειψη αποτρεπτικής ισχύος εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι της τουρκικής επιθετικότητας. Ο Ν. Χριστοδουλίδης σπούδασε, μεταξύ άλλων, Πολιτικές Επιστήμες και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στις Πολιτικές Επιστήμες και στη Διπλωματία. Γνωρίζει πώς λειτουργούν οι διακρατικές και διεθνείς σχέσεις από την εποχή του Θουκυδίδη και του Σουν Τζου.
Και φυσικά δεν του διαφεύγουν πολλοί σύγχρονοι θεωρητικοί των Διεθνών Σχέσεων, όπως π.χ., οι R. Gilpin, H. Bull, Η. Morgenthau, E. Carr, J. Mearsheimer, J. Grieco, K. Waltz, J. Nye, R. Keohane, R. Jervis, Η. Kissinger, Z. Brzezinski ή οι Έλληνες θεωρητικοί: Π. Κονδύλης, Η. Κουσκουβέλης, Α. Πλατιάς, Κ. Αρβανιτόπουλος, Χ. Γιαλλουρίδης, Π. Ήφαιστος, Κ. Κολιόπουλος και Μ. Ευρυβιάδης. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι εκπρόσωποι της ρεαλιστικής σχολής στις Διεθνείς Σχέσεις.
Ποιο είναι το πρώτιστο καθήκον μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης; Πρώτον, η εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια του κράτους και των πολιτών έναντι παντός κινδύνου και απειλής. Και, δεύτερον, η υπεράσπιση δι’ όλων των μέσων, πολιτικών, διπλωματικών ή και στρατιωτικών, των εθνικών συμφερόντων και η υποστήριξη των εθνικών στόχων.
Φρειδερίκος ο Μέγας
Πώς επιτυγχάνονται όλα τα πιο πάνω; Η πολιτική, η διπλωματία, οι φιλικές διακρατικές σχέσεις, οι συμφωνίες και οι αμυντικές συνεργασίες είναι εργαλεία που κάθε κυβέρνηση αξιοποιεί και χρησιμοποιεί για να διασφαλίσει αλλά και να μεγιστοποιήσει τα οφέλη και τα κέρδη για το κράτος και τους πολίτες.
Η ρεαλιστική σχολή Διεθνών Σχέσεων εστιάζει στη «σκληρή δύναμη», όχι μόνο στη «μαλακή δύναμη». Σκληρή δύναμη είναι η ισχύς των όπλων. Μαλακή δύναμη είναι ο πολιτισμός, η τεχνολογία, η παιδεία, η καλή και αξιόπιστη εικόνα που ένα σοβαρό κράτος προβάλλει στους γείτονες και στους τρίτους, κ.λπ.
Μια ωμή αποτύπωση ρεαλιστικής αντιμετώπισης των διακρατικών και Διεθνών Σχέσεων έγινε από τον Πρώσο Αυτοκράτορα, Μέγα Φρειδερίκο Β’ (1712-1786). Είπε: «Διπλωματία χωρίς όπλα είναι σαν μουσική χωρίς όργανα».
Εξάλλου, ο Κινέζος ηγέτης, Μάο Τσε-Τουνγκ (1893-1976), διασάλπισε: «Η πολιτική είναι αναίμακτος πόλεμος. Ο πόλεμος είναι αιματηρή πολιτική». Και, φυσικά, πολύ πριν από αυτόν, ο Ιταλός φιλόσοφος, Νικολό Μακιαβέλι (1469-1527), υποστήριξε κυνικά: «Πριν απ’ οτιδήποτε άλλο, να είσαι οπλισμένος».
Διεθνές – ευρωπαϊκό δίκαιο
Ο Ν. Χριστοδουλίδης είναι ο εκτελεστής της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία, όπως μόλις πρόσφατα (3.3.2021, συνέντευξη στον «Φιλελεύθερο»), δήλωσε ο πρόεδρος Αναστασιάδης, αποφασίζεται και καθορίζεται από τον ίδιο. Ποια είναι τα όπλα της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου; Ιδού η απάντηση του ΥπΕξ:
«Στην απουσία αποτρεπτικής ισχύος, η προσήλωση στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο με την αξιοποίηση όλων των μέσων που έχουμε στη διάθεσή μας, είναι η δική μας γραμμή άμυνας για να πετύχουμε και τον στόχο της επίλυσης του Κυπριακού στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου λύσης, της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας».
Πού στηρίζεται η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας; Σε έναν άρρηκτο συνδυασμό σουλτανικής, οθωμανικής διπλωματίας και πολιτικής, οι οποίες θωρακίζονται από την ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων. Να επισημανθεί ότι, την τελευταία 17ετία, ο Ερντογάν δημιούργησε ισχυρή αμυντική βιομηχανία, η οποία ανταποκρίνεται κατά 90% και πλέον στις ανάγκες του τουρκικού στρατού.
Ο Τούρκος Πρόεδρος, Ταγίπ Ερντογάν, έχει τρεις δασκάλους: Τον Αδόλφο Χίτλερ, του οποίου είναι άριστος μαθητής και μέγας μιμητής, τον Νιχάτ Ερίμ και τον Αχμέτ Νταβούτογλου. Όπως και οι προκάτοχοί του, υλοποιεί μία μακράς πνοής τουρκική εθνική πολιτική έναντι της Κύπρου, η οποία έχει έναν αναλλοίωτο στόχο, εδώ και πάνω από 70 χρόνια:
Την επανάκτηση και έλεγχο της νήσου, ως ισχυρού γεωπολιτικού ερείσματος και ως στρατηγικού εφαλτηρίου για την εφαρμογή των νεο-Οθωμανικών ονειρώξεων και του σημερινού Τούρκου Προέδρου. Η συμμετοχή των εγκαθέτων της κατοχικής Τουρκίας σε αλλεπάλληλους γύρους συνομιλιών, ειδικά από το 1974, αποβλέπει μόνο στον πιο πάνω ξεκάθαρο στόχο, τον οποίο οι Τούρκοι βροντοφωνάζουν καθημερινά στην καθεύδουσα και εγκληματικά αδιαφορούσα και ανεπαρκή ηγεσία της Κύπρου.
Ουτοπική προσέγγιση
Είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς με την ουτοπική και ιδεαλιστική προσέγγιση από τη Λευκωσία των διακρατικών και Διεθνών Σχέσεων, ειδικά σε συνάρτηση και με τη συνεχιζόμενη κατοχή της Κύπρου. Η Τουρκία χρησιμοποιεί πρώτα τη στρατιωτική ισχύ της για να επιβάλει τετελεσμένα στην κυπριακή ΑΟΖ και στην Κύπρο, όπως και στο Αιγαίο, ώστε να μπορεί να διαπραγματευτεί από θέσεως ισχύος στο τραπέζι πιθανών διαπραγματεύσεων.
Ευτυχώς, μετά την επιχείρηση στον Έβρο, η Αθήνα άρχισε να αφυπνίζεται, αλλά… Ενώ προβαίνει σε αγορές ή παραγγελίες νέου, σύγχρονου οπλισμού για ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων κατά ξηρά, θάλασσα και αέρα, φαίνεται να υποτιμά ή να παραγνωρίζει μίαν άλλη, κρίσιμης σημασίας, συνισταμένη, η οποία μπορεί να αποβεί εθνικά μοιραία για την Ελλάδα: Την ολέθρια και καταστροφική αμυντική απογύμνωση της Κυπριακής Δημοκρατίας τα τελευταία 25 τουλάχιστον χρόνια.
Πεπαλαιωμένα, ξεπερασμένα οπλικά συστήματα, εγκληματική μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού σε γελοιωδέστατα επίπεδα, άφησαν την νήσο έρμαιο στην τουρκική επιθετικότητα. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία και κυβέρνηση του τόπου εμμένουν αφελώς σε αδιέξοδες και ατέρμονες συνομιλίες, οι οποίες κάθε φορά απολήγουν σε νέες οδυνηρές, μονομερείς ελληνικές παραχωρήσεις χωρίς ανάλογο τουρκικό αντιστάθμισμα.
Αν χαθεί η Κύπρος…
Η Αθήνα φαίνεται να μη θέλει να αντιληφθεί πως, αν χαθεί και αν τουρκέψει η Κύπρος, η Ελλάδα θα διατρέξει θανάσιμο κίνδυνο εδαφικού και εθνικού ακρωτηριασμού και συρρίκνωσης. Διερωτάται, συνεπώς, κάθε Έλληνας γιατί δεν αναβιώνει το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και γιατί δεν γίνονται ταυτόχρονοι και παράλληλοι εξοπλισμοί Ελλάδος-Κύπρου, αφού ο Τούρκος είναι κοινός και αδίστακτος εχθρός.
Από την άλλη, διερωτώμεθα:
>Πρώτον, ποια είναι η θέση του Κύπριου ΥπΕξ για τον ανεπαρκή προϋπολογισμό για την άμυνα της Κύπρου; Δεν νομίζει ότι η αμυντική ισχυροποίηση θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση μας;
>Δεύτερον, πιστεύει πραγματικά ότι η δική μας γραμμή άμυνας πρέπει να στηρίζεται μόνο στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο όταν απέναντι, η κατοχική Τουρκία στηρίζεται πρώτα στις πανίσχυρες τουρκικές λόγχες; Ως ιστορικός, δεν νομίζει ότι, επιτέλους, η Κυβέρνηση, ο Πρόεδρος και ο ίδιος οφείλουν να διδαχθούν από το Σύμφωνο του Μονάχου;
>Τρίτον, ο Ν. Χριστοδουλίδης πιστεύει πραγματικά ότι με το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο θα κάμψουμε την τουρκική επιθετικότητα; Γιατί δεν κάμφθηκε για 46 χρόνια;
Δήθεν ομοσπονδία
>Τέταρτον, ο Κύπριος ΥπΕξ καλείται να εξηγήσει πώς οι πρόνοιες του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου ταυτίζονται με τις αντιδημοκρατικές, αντιευρωπαϊκές και έκδηλα παραβιάζουσες κάθε έννοια θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, πρόνοιες της αγγλοτουρκοδιζωνικής δήθεν ομοσπονδίας, της οποίας επιμένει να είναι διαπρύσιος προαγωγός και κήρυκας.
>Πέμπτον, αν η διζωνική τερατουργία είναι… ομοσπονδία, γιατί δεν εφαρμόστηκε στην Ν. Αφρική όπου προτάθηκε παρόμοια αλλ’ ευτυχώς απορρίφθηκε από τον Ν. Μαντέλα; Γιατί δεν εφαρμόζεται σε άλλες κρίσεις; Γιατί δεν υπάρχει πουθενά στη διεθνή νομολογία;
>Έκτον, ως Υπουργός Εξωτερικών, ο Ν. Χριστοδουλίδης δεν έχει ακόμα αντιληφθεί το ανέφικτο, το ανεδαφικό και το έκδηλα ανεφάρμοστο, επικίνδυνο και ολέθριο για την Κύπρο, της αγγλοτουρκοδιζωνικής; Γιατί επιμένει να προωθεί αυτό το τερατούργημα;
>Έβδομον, ο ΥπΕξ διαπιστώνει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία στερείται αποτρεπτικής ισχύος. Ερωτάται: Με ποια μέσα ο Πρόεδρος θα αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα κατά ξηρά, θάλασσα, αέρα και στο τραπέζι μελλοντικών, πιθανών συνομιλιών και θα… αναγκάσει την Τουρκία να συναινέσει σε βιώσιμη, δημοκρατική και λειτουργική λύση;
>Όγδοον, ο ΥπΕξ είχε δηλώσει προ έτους ότι «θωρακίσαμε την Κύπρο νομικά και πολιτικά». Στρατιωτικά; Και πώς υπερασπίζουμε και διασφαλίζουμε τον πλούτο του φυσικού αερίου; Με το διεθνές δίκαιο;
«Might is right»
Ως ιστορικός, θεωρητικός Διεθνών Σχέσεων και πολιτικός, ο Ν. Χριστοδουλίδης γνωρίζει άριστα ότι ο Ν. Αναστασιάδης θα μεταβεί σε άτυπη πενταμερή ή και νέες συνομιλίες ως πρόβατον επί σφαγήν, κυριολεκτικά «ξυπόλητος στ’ αγκάθια» και έχοντας ως θωράκιση… «αέρα κοπανιστό». Πού είναι η αποτρεπτική ισχύς επί της οποίας να στηριχθεί για να αντισταθεί και να διεκδικήσει; Ανέκαθεν, ισχύει η αγγλοσαξονική απόφανση: «Might is right». Σε αυτήν θητεύει αταλάντευτα η Τουρκία. Και η Λευκωσία στη φλυαρία…
Συνεπώς, η ανάλυση του ΥπΕξ για τη σημασία των κυρώσεων είναι ελλιπής, επειδή δεν αγγίζει δύο κρίσιμα ζητήματα: Γιατί απουσιάζει η αποτρεπτική ισχύς της Κυπριακής Δημοκρατίας και γιατί πρέπει να αποκτηθεί. Και, αφού η επί 46ετίαν διαπραγματευτική διαδικασία έχει αποτύχει, γιατί έστω και τώρα δεν χαράσσεται από την πολιτική ηγεσία ομόφωνα μία νέα, μακράς πνοής στρατηγική αντίστασης στην Τουρκία, διάσωσης του κυπριακού Ελληνισμού και απελευθέρωσης;
Ο ίδιος είπε πρόσφατα ότι μέχρι το 2023 τα κατεχόμενα θα προσαρτηθούν στην Τουρκία. Πώς θα ματαιωθεί αυτός ο εφιάλτης; Ή μήπως αυτά παραμερίζονται επειδή υποτάσσονται σε μικροκομματικές αθλιότητες, προεκλογικούς υπολογισμούς, βολικές φλυαρίες και προεδρικές φιλοδοξίες;