Είναι πρωτοφανές και αδιανόητο στα παγκόσμια πολιτικά χρονικά: Η ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, κράτους-μέλους του ΟΗΕ, της ΕΕ και όλων των Διεθνών Οργανισμών, να επιδιώκει αυτόβουλα την κατάργησή της, διά της ρατσιστικής, αντιευρωπαϊκής και αντιδημοκρατικής αγγλοτουρκοδιζωνικής! Τόση εθνική τύφλωση; Τόση παραίτηση; Τόση τουρκοφοβία και τουρκολαγνεία; Τόση εθελοδουλία; Τόση πρεμούρα να τουρκέψουν η Κύπρος και ο Ελληνισμός;
Ο Τούρκος Πρόεδρος θα εισβάλει ξανά στην Κύπρο, για τη μαύρη μέρα της τουρκικής εισβολής. Όμως, οι τρεμαλέοι και τουρκοφοβικοί της Λευκωσίας, Κυβέρνηση, κόμματα και ΜΜΕ αναφέρονται σε «παράνομη επίσκεψη». Δεν το γυρίζει η γλώσσα και η γραφίδα τους να πουν ότι ο Ερντογάν εισβάλλει ξανά στα κατεχόμενα επειδή γνωρίζει εκ προοιμίου ότι δεν θα έχει καμία ενόχληση ούτε, φυσικά, κόστος.
Η Λευκωσία τρέμει μήπως τον εξοργίσει. Γι’ αυτό και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, κατά τρόπο ανεπίτρεπτο, εκλιπαρεί τον εγκάθετο της κατοχής να συναντηθούν πριν από τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Γιατί να συναντηθούν; Ο Αναστασιάδης δεν ακούει τι καθημερινά, μονότονα και αταλάντευτα, οι Τούρκοι διαμηνύουν στην ηγεσία μας; Θέλουν όλην την Κύπρο! Το διατυμπανίζουν από τη δεκαετία του ’50 και ειδικά από το 1956. Έφτασαν στο παρά μισό της υλοποίησης των στόχων τους.
Για να μη υπάρχουν οποιεσδήποτε ψευδαισθήσεις μεταξύ των ανόητων Ελλήνων, τους οποίους γνωρίζει όπως τον παρά τον κάλπικο, ο σουλτάνος υπενθύμισε ξανά ότι δεν υπάρχει περίπτωση η Τουρκία να αποσύρει τα κατοχικά στρατεύματα από το νησί. Σε συνέντευξή του στον Αντέννα (18/5/2021), ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ρωτήθηκε σχετικά, από τον εκλεκτό συνάδελφο Κυρ. Πομηλορίδη και, περίπου, διακωμώδησε τις δηλώσεις Ερντογάν. Και, φυσικά, όπως πράττει ανέκαθεν, απέφυγε επιμελώς να εξηγήσει πώς και πότε θα αντιδράσει ώστε να εξουδετερώσει αυτήν την προοπτική.
Ο Ν. Αναστασιάδης ερωτήθηκε, επίσης, για την αναγκαιότητα χάραξης μιας νέας στρατηγικής. Πάλι επέμεινε στην αντιευρωπαϊκή λύσης της αγγλοτουρκοδιζωνικής επειδή, είπε, η Ελλάδα και η Κύπρος δεν μπορούν να ξεφύγουν από αυτό το συμφωνημένο πλαίσιο. Ανακύπτει, αίφνης, ένα εύλογο, αναπάντητο ερώτημα: Εδώ και 44 χρόνια διεξάγονται συνομιλίες. Καταλήγουν σε αδιέξοδο εξαιτίας της αξίωσης της Τουρκίας, η οποία απαιτεί να ελέγξει όλη την Κύπρο, διά της υπογραφής μας. Δεν πρέπει, έστω και τώρα, η Αθήνα και η Λευκωσία να επανατοποθετήσουν το Κυπριακό στη βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας, αντί να αντιμετωπίζεται ως δήθεν δικοινοτική διαφορά;
Ο Δρ Παναγιώτης Ήφαιστος, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, του Πανεπιστημίου Πειραιώς, σε πρόσφατη εμβριθή ανάλυσή του, εξηγεί γιατί η Αθήνα και η Λευκωσία οφείλουν να στηριχτούν στη διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα. Ο διακεκριμένος Κύπριος καθηγητής και συγγραφέας επισημαίνει ότι οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας «μαζί και οι υψηλές αρχές του Καταστατικού Χάρτη λογικό είναι να αποτελούν διαπραγματευτική σημαία και κόκκινη γραμμή μιας νέας διαπραγματευτικής προσέγγισης, συμβατής με τον ρόλο του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας. Με την απόφαση 541, επιπρόσθετα, ξεκαθαρίζεται ότι:
»Η απόπειρα να δημιουργηθεί μια ‘‘Τουρκοκυπριακή Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” είναι άκυρη, επιδεινώνει την κατάσταση της Κύπρου, καλεί την τουρκική πλευρά να την αποσύρει και διευκρινίζει γι’ ακόμη μια φορά ότι υπάρχει ένα μόνο κράτος και μόνο μια κρατική κυριαρχία, αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία κανείς δεν μπορεί να καταλύσει παρά μόνο εάν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε κρατικά. Αυτό απαιτούν οι Τούρκοι και θα ήταν αυτοκτονικά ανορθολογικό να μην απορριφθεί κάθετα και ανυποχώρητα».
Ο Δρ Ήφαιστος υπογραμμίζει πως, «εξίσου σημαντική, εάν όχι περισσότερο σημαντική και μεγάλη, υπέρτερο και ακλόνητο έρεισμα για την Κυπριακή Δημοκρατία, είναι η απόφαση του ΣΑ 541, του 1983, μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα. Όπως και οι άλλες αποφάσεις, αυτή πολύ περισσότερο και σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του 1974, ορίζει επακριβώς ποιος και πώς διετάραξε τη διεθνή τάξη. Αυτά είναι τα κόκκινα σύνορα των νομικών και πολιτικών όψεων του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας, τα οποία, εάν παραβιαστούν, δεν συντελείται μόνο μια ακραία παρανομία, αλλά δημιουργούνται προϋποθέσεις αστάθειας για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια».
Ο Κύπριος καθηγητής είναι ξεκάθαρος: «Έφθασε η στιγμή», επισημαίνει, «χωρίς καμιά άλλη επιλογή, με πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους και πείθοντας την Κυπριακή Δημοκρατία, που δεν κείται μακράν και καλά κάνουμε να το αντιληφθούμε πριν το καταλάβουμε πικρά ότι, απαιτείται να επανατοποθετηθεί το Κυπριακό στη βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας. Να αξιωθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας και όλα τα όργανα και τους αντιπροσώπους του διεθνούς αυτού οργανισμού, εμπράγματα:
»1ον. Να εκπληρωθούν οι πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη. 2ον. Να παρακαμφθούν και εξαφανιστούν λαθραία καταγεγραμμένες θολές, παράνομες και αποδεδειγμένα αδιέξοδες διατυπώσεις για το εσωτερικό καθεστώς ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους. Αυτές οι διαπραγματευτικές θέσεις είναι εξ αντικειμένου μονόδρομος, εάν θέλουμε να είμαστε αξιόπιστο κράτος».
Είναι πρωτοφανές και αδιανόητο στα παγκόσμια πολιτικά χρονικά: Η ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, κράτους-μέλους του ΟΗΕ, της ΕΕ και όλων των Διεθνών Οργανισμών, να επιδιώκει αυτόβουλα την κατάργησή της, διά της ρατσιστικής, αντιευρωπαϊκής και αντιδημοκρατικής αγγλοτουρκοδιζωνικής! Ταυτόχρονα, προκαλεί οργή και αγανάκτηση, Ελλαδίτες και Κύπριοι να αναπετούν την αυτοκτονική σημαία της «Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα». Τόση εθνική τύφλωση;
Τόση παραίτηση; Τόση τουρκοφοβία και τουρκολαγνεία; Τόση εθελοδουλία; Τόση πρεμούρα να τουρκέψουν η Κύπρος και ο Ελληνισμός;